- Μαραθωνίου
- Μαραθώνιοςovergrown with fennelmasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αθλητισμός — Η επίδοση στα αθλήματα, η εκγύμναση του σώματος. Με μια ειδικότερη έννοια, ο όρος αναφέρεται σε ένα σύνολο αθλημάτων, που ξεκινούν από τις φυσικές σωματικές ασκήσεις του ανθρώπου (βάδισμα, τρέξιμο, άλματα, ρίψεις). Αρχικά, ήταν η συστηματική… … Dictionary of Greek
μαραθωνοδρόμος — ο, η αθλητής που μετέχει στο αγώνισμα τού μαραθώνιου δρόμου. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Εστία] … Dictionary of Greek
Ανδρόγεως — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Μίνωα και της Πασιφάης ή της Κρήτης, κόρης του Αστερία. Πήρε μέρος και νίκησε στους Παναθηναϊκούς αγώνες, και για τον λόγο αυτό τον σκότωσε από ζήλια o Αιγέας. Σχετικά με τον θάνατό του υπάρχουν διαφορετικές… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… … Dictionary of Greek
Κούρος, Γιάννης — (Τρίπολη 1956 –). Υπερμαραθωνοδρόμος αθλητής. Κατέχει τα ρεκόρ απόστασης για τις 12, 24 και 48 ώρες, τις 6 ημέρες, ενώ έχει τρέξει ταχύτερα από οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο τα 1.000 χλμ. Η σχέση του με τους δρόμους μεγάλων αποστάσεων ξεκίνησε το… … Dictionary of Greek
Λούης, Σπύρος — (Μαρούσι Αττικής 1872 – 1940). Ολυμπιονίκης αθλητής του μαραθωνίου. Κύρια ασχολία του ήταν η καλλιέργεια της γης και η μεταφορά νερού από το Μαρούσι στην Αθήνα (νερουλάς). Μολονότι δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τον αθλητισμό, παρακινήθηκε από… … Dictionary of Greek
Μινώταυρος — Μυθολογικό τέρας της Κρήτης, που είχε σώμα ανθρώπου και κεφάλι ταύρου. Το τέρας αυτό υποτίθεται ότι ήταν καρπός των ερωτικών σχέσεων της Πασιφάης, γυναίκας του βασιλιά της Κρήτης, Μίνωα, με έναν κατάλευκο ταύρο, που είχε στείλει ο Ποσειδώνας στον … Dictionary of Greek
Φλόριντα — (Florida). Πολιτεία (139.697 τ. χλμ., 17.244.300 κατ.) των νοτιοανατολικών ΗΠΑ, που βρέχεται από τον Ατλαντικό στα Α, από τον κόλπο του Μεξικού στα Δ, από τα Στενά της Φλόριντας (που τη χωρίζουν από την Κούβα) στα Ν, και συνορεύει στα Β με τις… … Dictionary of Greek